Εξέλιξη & Ψυχοθεραπεία

Powered By | Blogger tips

Θυμήσου, όποιος και να είσαι σε κάποιον έχεις αφήσει ίχνη..

Οι χρυσές κουκκίδες

Ο Μάρτιν είχε ζήσει το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του μέσα σε έντονες απολαύσεις. Όταν η νοημοσύνη του δεν έφτανε για να του δείξει τον καλύτερο δρόμο, τον οδηγούσε η διαίσθηση του. Ένιωθε σχεδόν όλη την ώρα ήρεμος κι ευτυχισμένος, απλώς μερικές φορές, τη διάθεση του σκίαζε η αίσθηση ότι ασχολιόταν υπερβολικά με τον εαυτό του.
Είχε μάθει να είναι υπεύθυνος για τη ζωή του και αγαπούσε τον εαυτό του, τόσο ώστε να προσπαθεί να του εξασφαλίζει ότι καλύτερο. Ήξερε ότι κατέβαλλε κάθε δυνατή προσπάθεια προσέχοντας να μην βλάψει τους άλλους, και κυρίως εκείνους που αγαπούσε. Ίσως γι’ αυτό τον πείραζαν τόσο οι άδικες επικρίσεις, ο φθόνος των τρίτων και οι κατηγορίες που πολύ συχνά δεχόταν από γνωστούς και αγνώστους.
Έφτανε η αναζήτηση της απόλαυσης για να δώσει νόημα στη ζωή του; Το άντεχε ο ίδιος να ορίζει τον εαυτό του σαν ηδονιστή που είχε βάλει στο επίκεντρο της ύπαρξης του την προσωπική του ικανοποίηση; Πώς να εναρμονίσει τα συναισθήματα αυτά της προσωπικής ευχαρίστησης με τις απόψεις του περί ηθικής, με τη θρησκευτική του πίστη, με όλα αυτά που είχε διδαχτεί από τους προγόνους του; Τι νόημα είχε μια ζωή που σήμαινε κάτι μόνο για τον ίδιο;
Εκείνη την ημέρα, οι σκέψεις αυτές τον βάραιναν περισσότερο από κάθε προηγούμενη. Ίσως θα έπρεπε να απομακρυνθεί. Να φύγει μακριά. Να αφήσει ότι έχει και δεν έχει στα χέρια των άλλων. Να μοιράσει όλη του την περιουσία ή να την αφήσει κληρονομιά, ώστε να αποτελέσει έστω και για κάποιους μια καλή ανάμνηση.
Κάπου αλλού, σε άλλη χώρα, σε άλλη πόλη, με άλλους ανθρώπους, θα μπορούσε να κάνει ένα νέο ξεκίνημα. Μια διαφορετική ζωή, μια ζωή στην υπηρεσία των άλλων, μια ζωή με αλληλεγγύη. Έπρεπε να βρει χρόνο να στοχαστεί για το παρόν και το μέλλον του. 
Έβαλε λοιπόν ο Μάρτιν κάτι λίγα πράγματα σε ένα σακίδιο κι έφυγε με κατεύθυνση το βουνό. Κάποιος του είχε πει ότι ήταν ήσυχα εκεί πάνω, και πως η θέα της εύφορης κοιλάδας σε βοηθούσε να βάλεις τις σκέψεις σου σε τάξη.
Όταν ανέβηκε στο ψηλότερο σημείο του βουνού γύρισε να κοιτάξει την πόλη του για τελευταία, ίσως, φορά. Σουρούπωνε και η πόλη φαινόταν πολύ ωραία από ψηλά.
«Ένα ευρώ για να κοιτάξεις μέσα από το τηλεσκόπιο.»
Ήταν η φωνή ενός γέρου που εμφανίστηκε από το πουθενά, με ένα μικρό πτυσσόμενο τηλεσκόπιο στο χέρι. Τώρα, με το ένα χέρι του δείχνει το τηλεσκόπιο και με το άλλο απλωμένο περιμένει τα λεφτά. Ο Μάρτιν ψάχνει στην τσέπη του, βρίσκει το κέρμα που ήθελε και το δίνει στον γέρο. Ανοίγει τότε εκείνος το τηλεσκόπιο και το δίνει στον Μάρτιν.
Ο Μάρτιν παίρνει το τηλεσκόπιο και κοιτάζει… Καταφέρνει να εντοπίσει τη γειτονιά του, την πλατεία, και απέναντι από την πλατεία, το σχολείο. Ξαφνικά, κάτι του τραβάει την προσοχή. Μια χρυσή κουκκίδα λάμπει ζωηρά στην αυλή του παλιού κτιρίου. Ο Μάρτιν σηκώνει τα μάτια του από τον φακό, τα ανοιγοκλείνει μερικές φορές και ξανακοιτάει. Η χρυσή κουκκίδα είναι ακόμη εκεί.
«Πολύ περίεργο!» λέει ο Μάρτιν απορημένος, χωρίς να καταλάβει ότι μιλούσε δυνατά.
«Που είναι το περίεργο;» τον ρωτάει ο γέρος.
«Να εκεί, η κουκίδα που λάμπει..» λέει ο Μάρτιν, «..στην αυλή του σχολείου» συνεχίζει και του δίνει το τηλεσκόπιο για να δει κι ο γέρος αυτό που μόλις είδε εκείνος.
«Αυτά είναι ίχνη» του λέει ο γέρος.
«Τι ίχνη;» του λέει ο Μάρτιν.
«Θυμάσαι εκείνη την ημέρα- πρέπει να ήσουνα επτά χρονών-, που ο Γιάννης, ο παιδικός σου φίλος, έκλαιγε απαρηγόρητος στην αυλή του σχολείου: του είχε δώσει η μητέρα του λεφτά να πάρει ένα μολύβι για την πρώτη μέρα στο σχολείο. Είχε χάσει τα λεφτά κι έκλαιγε με λυγμούς», του απαντάει ο γέρος. Κάνει μια παύση και συνεχίζει: «Θυμάσαι τι έκανες; Είχες ένα καινούργιο μολύβι που πρώτη φορά το έφερνες στο σχολείο. Ακούμπησες στην πόρτα, έσπασες το μολύβι σε δύο ίσα μέρη, έξυσες το σπασμένο μισό και έδωσες στον Γιάννη το άλλο μισό από το καινούργιο σου μολύβι.»
«Δεν το θυμόμουνα» λέει ο Μάρτιν. «Αυτό, όμως, τι σχέση έχει με τη χρυσή κουκίδα;»
«Ο Γιάννης δεν ξέχασε ποτέ αυτή την χειρονομία, κι η ανάμνηση αυτή είχε μεγάλη σημασία για τη ζωή του.»
«Ε, και λοιπόν;»
«Υπάρχουν πράξεις στη ζωή ενός ανθρώπου που αφήνουν ίχνη στη ζωή των άλλων» του εξηγεί ο γέρος «Οι πράξεις που συμβάλλουν στην εξέλιξη των υπολοίπων, αφήνουν σημάδια σαν χρυσές κουκκίδες…»
Ο Μάρτιν ξανακοιτάζει μέσα από το τηλεσκόπιο και βλέπει κι άλλη κουκίδα να λάμπει στο δρομάκι που βγάζει από το κολέγιο.
«Αυτή είναι για την ημέρα που βγήκες να υπερασπιστείς τον Μάνο, θυμάσαι; Γύρισες σπίτι με μαυρισμένο μάτι και μία τσέπη του παλτού σου σκισμένη.»
Ο Μάρτιν κοιτάζει την πόλη από άκρη σε άκρη.
«Αυτή εδώ στο κέντρο..» συνεχίζει ο γέρος, «είναι η δουλειά που βρήκες στον Βασίλη όταν τον απέλυσαν από το εργοστάσιο.. και η άλλη, εκεί δεξιά, είναι το ίχνος εκείνης της φοράς που έδωσες τα χρήματα που έλειπαν για την εγχείριση του παιδιού του Μιχάλη.. Τα ίχνη πάλι εδώ αριστερά, είναι από τότε που γύρισες από το ταξίδι γιατί πέθανε η μητέρα του φίλου σου, του Δημήτρη, και ήθελες να είσαι δίπλα του.»
Ο Μάρτιν βάζει στην άκρη το τηλεσκόπιο. Δεν το έχει πια ανάγκη γιατί, και χωρίς αυτό, αρχίζει να βλέπει χιλιάδες χρυσές κουκκίδες, διασκορπισμένες σε ολόκληρη την πόλη.
Μόλις έπεσε ο ήλιος, η πόλη φωτίστηκε ολόκληρη από τα χρυσά του ίχνη. Τότε ένιωσε ο Μάρτιν ότι μπορούσε να γυρίσει ήσυχος στο σπίτι του.
 Θα ξεκινούσε τη ζωή του από την αρχή, αλλά αυτή τη φορά από ένα διαφορετικό σημείο.

(από το βιβλίο του Χόρχε Μπουκάι: Ο δρόμος της συνάντησης)


(αναρτήθηκε από τη Φλώρα Χατζημανώλη)

¨
Αποστολή με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου BlogThis! Μοιραστείτε το στο Twitter Μοιραστείτε το στο Facebook
Ετικέτες Για να βρούμε τη θέση και την αξία μας. , Για την συνάντηση μας με την σοφία
Νεότερη ανάρτηση Παλαιότερη Ανάρτηση Αρχική σελίδα
Εικόνες θέματος από MichaelJay. Από το Blogger.